- προεισκέκληται
- προεισκέκληται , πρό , εἰσ-κέλομαιurgeaor subj mid 3rd sgπροεισκέκληται , πρό-εἰσκαλέωcall inperf ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.